καταλιπεῖν

καταλιπεῖν
καταλιμπάνω
leave behind
aor inf act (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • оставити — ОСТАВ|ИТИ (оставити2000), ЛЮ, ИТЬ гл. 1.Оставить, не взять с собой: шьдь же нѣкъгда къ дѹбѹ великѹ иде же бѣ вода ѡстави ѹ него •г҃• стрѣлы и лѹкъ свои на памѧ(т). ПрЛ 1282, 5в; Аще попасеть кто нивѹ iли виноградъ. и ѡставить скотъ свои… да… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • SACER Ales — apud Virg. Aen. l. 11. v. 721. Quam facile Accipiter saxo sacer ales ab alto: Accipiter est Graece Ι῾έραξ; unde illi hoc nomen potius, quam a verbo ἵεςθαι, ut vult Eustathius in Od. Ο. Ι῾έραξ ἱεροῦται Η῾λίῳ Α᾿πόλλωνι διά τε τὸ ὀξὺ τῆς κινήςεως… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • μεταγενέστερος — η, ο (ΑM μεταγενέστερος, έρα, ον) 1. αυτός που γεννιέται, αναφέρεται ή συμβαίνει σε ύστερους χρόνους, κατοπινός, υστερόχρονος 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οι μεταγενέστεροι αυτοί που ανήκουν σε νεώτερη γενιά, οι μελλοντικές γενεές («ἀθάνατον… …   Dictionary of Greek

  • υπέρθεση — η / ὑπέρθεσις, έσεως, ΝΜΑ [ὑπερτίθημι] η τοποθέτηση ενός πράγματος πάνω από ένα άλλο νεοελλ. 1. επαλληλία 2. εκπρόθεσμη εκπλήρωση υποχρέωσης, υπερημερία 3. (γεωμορφ.) διεργασία κατά την οποία ένα υδάτινο ρεύμα δεν ακολουθεί τη λιθολογική ή την… …   Dictionary of Greek

  • υπόμνημα — το / ὑπόμνημα, ΝΜΑ [ὑπομιμνήσκω] 1. γραπτό σημείωμα με το οποίο γίνεται υπενθύμιση για κάτι 2. κάθε μέσο με το οποίο υπενθυμίζει κανείς κάτι σε κάποιον 3. γραπτή αίτηση ή αναφορά απευθυνόμενη σε μια αρχή με σκοπό την γνωστοποίηση ή υπενθύμιση… …   Dictionary of Greek

  • φιλότοπος — ον, Α αυτός που αγαπά έναν τόπο ή μια θέση («ὡς φιλότοπος γὰρ ἠγωνιᾱτο καταλιπεῑν», Ιωάνν. Χρυσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + τόπος (πρβλ. μικρό τοπος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”